Πάνος Καπώνης Δημοσιεύτηκε 10 Αυγούστου 2022 https://diastixo.gr/kritikes/poihsh/18785-peftontas-skoni
«τι κρίση είναι αυτή… δεν ξέρω καν για τι πράγμα πασχίζω»
[από το διαδίκτυο]
[…] «ημίφωτες γλιστρούν στα δόντια μου (του) οι λέξεις»[1], οι στίχοι, οι ποιητικές εκφάνσεις, οι χρησμοί και εν τέλει η ποίηση του Πάνου Κυπαρίσση, ομόλογου καλού μας ποιητή της Γενιάς του ’70, όπως μας παρουσιάστηκε στην πρόσφατη συλλογή του Πέφτοντας σκόνη, που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2022, με ένα λιτό, πολύ λιτό εξώφυλλο, από τις Εκδόσεις Ενύπνιο. Μέσα από τη μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος «πέφτω», ο Κυπαρίσσης μεταφέρει στο ποιητικό πλατώ χάρτες κοινωνικής σκόνης, πτώσεις μαύρων κάδρων εν είδει κεραυνών, υπαίθριες φυλακές, διαφημιστές που διακοσμούν το ψέμα,[2] και μας αναγκάζει να κρεμιόμαστε από τις λέξεις της ποίησής του. Η νέα του συλλογή αποτελείται από τρεις ενότητες, πες ξεχωριστές ομοιογενείς συλλογές, τις: «Παρουσία», με 34 ποιήματα, «Περιπλάνηση», με 37 ποιήματα, και «Πτώση», με 30 ποιήματα. Οι ενότητες ακολουθούν το γράμμα Π, που, εκτός από το μικρό όνομα του ποιητή, σηματοδοτεί την «πτώση» και το βάδισμά μας στου καιρού τις ομίχλες, μέσα στη γήινη «ουτοπία» μας :
ΟΥΤΟΠΙΑ Σού ’μαθε τόσα σβηστός αυτός / Και το τολμάς / κοιτώντας ένα αστέρι / του βρίσκεις δικό του ουρανό /
του δωρίζεις με μιας στιγμής / ασήμαντη ματιά σου / τον τόπο που δεν ξέρει σκοτάδι.
Αυτή η αντίφαση-θέση μεταξύ της χώρας του φωτός, του ελληνικού φωτός και του τόπου «που δεν ξέρει σκοτάδι», αλλά και ούτε φως, μας βασανίζει αυτούς τους χαλεπούς καιρούς της ηθικής και πνευματικής κατρακύλας και περιπλάνησης, που παρ’ όλες τις πινελιές φωτός δύσκολα διακρίνεις χρώμα.[3] Εδώ θα ήθελα να τονίσω την ήρεμη εκφραστικότητα, αλλά κυρίως την εσωτερικότητα του δημιουργού, αυτού του πολυτάλαντου ανθρώπου, που η ψυχή του βγαίνει με όλες τις λεπτομέρειές της στα αφανέρωτα και ανεκπλήρωτα και τα δομεί στο χαρτί, τα μαστορεύει ώστε να γίνει λόγος. O Πάνος Κυπαρίσσης, που αποτελεί έναν από τους πιο εκφραστικούς ποιητές της Γενιάς του ’70, λένε ότι διακρίνεται για την ποιητική του σεμνότητα και μία γραφή χαμηλών τόνων, αλλά στην παρούσα συλλογή αντιστέκεται με το άναμμα της μνήμης και την κάποια αισιοδοξία, που μετατρέπει τη σκόνη μέσα από τους στίχους του σε σκόνη μεταξωτή και περιμένοντας να χαράξει –έστω και αργά– καινούργια μέρα στις φυλλωσιές «ξυπνώντας τα πουλιά να διώξουν το σκοτάδι».[4] Η θητεία του τόσο στην ποίηση, όσο και σε άλλες μορφές τέχνης (σκηνοθεσία, θέατρο κ.ά.) είναι γνωστή και, όπως είπε ο ίδιος σε μια συνέντευξή του, «οι ποιητές είναι το άλας της γης»,μια φράση αιχμή στη μέση ενός αιώνα μεταβατικού, με άγνωστες πτυχές ακόμα για την ανθρωπότητα, που τείνει πλέον να λάβει ένα εξαιρετικό βάρος στη λογοτεχνία, και ίσως κάποτε περάσει και στην ιστορία σαν μια κρίσιμη λογοτεχνική στιγμή. Έτσι λοιπόν φτάσαμε :
Μετά τους μύθους οι ιδέες / Ύστερα πάλι το αίμα / λάφυρο των νικητών πάντα χυμένο[5]
Και ΧΟΡΟΓΡΑΦΙΑ[6] Χορικά των δέντρων / που τα ραπίζει η βροχή / Χορικά των άστρων / που τα ραπίζει η σιωπή / Χορικά ονείρων / που τα ραπίζει η ζωή.
Οι παραπάνω στίχοι, που σηματοδοτούν πέρα από τις σπουδές του Πάνου Κυπαρίσση στα Μαθηματικά και τη Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά και στο Θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης (Κάρολος Κουν), έναν ακούραστο θεράποντα της τέχνης, υπογραμμίζοντας πολλαπλασιαστικά την αξία του ως ποιητή, τονίζοντας παράλληλα και το αξίωμα που υποστηρίζει, ότι «οι τέχνες είναι μία». Αλλά συμπληρωματικά και η διαπίστωση τώρα ενός διαφορετικού ρυθμού από προηγούμενες ποιητικές ανελίξεις, μιας χορογραφίας τού τώρα, με έμμεσες νύξεις στην αλήθεια των καιρών μας, επιβεβαιώνουν το παραπάνω λεχθέν του ποιητή. Εδώ θα ήθελα να τονίσω την ήρεμη εκφραστικότητα, αλλά κυρίως την εσωτερικότητα του δημιουργού, αυτού του πολυτάλαντου ανθρώπου, που η ψυχή του βγαίνει με όλες τις λεπτομέρειές της στα αφανέρωτα και ανεκπλήρωτα και τα δομεί στο χαρτί, τα μαστορεύει ώστε να γίνει λόγος. Και ο λόγος του Πάνου Κυπαρίσση είναι περιεκτικός, πυκνός και συνεκτικός σε νοήματα και ηχοχρώματα, αλλά ακόμα και ήρεμα καταγγελτικός χωρίς εξάρσεις, με οιωνούς που εκπυρσοκροτούν ποιητικές αστραπές στα αφώτιστα του νου. Το μότο στην αρχή του βιβλίου, «σκάβεις το γνωστό και άγνωστο επιστρέφει»,μας παραπέμπει στη σύγχυση μιας νεωτερικής κοινωνίας, μέσα στην οποία ζούμε, στην «πίεση» των καιρών και όχι στην «ποίηση», στην αβεβαιότητά μας «δίχως φωνή/ να χάνεις έδαφος»[7] και παρ’ όλα αυτά, η ελπίδα, σε τούτον τον τόπο όπου γεννήθηκε από φως, δίνει τη δική της διάσταση :
Τούτον το βράχο της ακτής / όλες του κόσμου οι θάλασσες / δεν κατορθώνουν ν’ αφοπλίσουν / Στο πλάι της σχισμής
δυο πασχαλιές φιλιούνται.[8]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ποίημα «τραυλίζοντας», σελ. 13.
[2] Ποίημα «διαφημιστές», σελ. 96.
[3] Ποίημα «επιμένοντας η λάμψη», σελ. 103.
[4] Τελευταίο ποίημα «όρθρος», σελ. 118.
[5] Από το ποίημα «Άνισος Θεραπευτής», σελ. 23 της συλλογής Κλέβοντας σκοτάδι.
[6] Από την ενότητα «Περιπλάνηση», σελ. 51.
[7] Ποίημα «επιμένοντας», σελ. 17.
[8] Ποίημα «ακρόχρονο», σελ. 21.